Αντιδρώντας στην ανακοίνωση ότι η Λαϊκή Δημοκρατία του Λουγκάνσκ και του Ντόνετσκ (LPR και DPR) θα διεξαγάγουν ψηφοφορίες για την ένταξή τους στην Ρωσία αργότερα αυτή την εβδομάδα, ο Γενικός Γραμματέας του ΝΑΤΟ Γενς Στόλτενμπεργκ σήμερα Τρίτη 20 Σεπτεμβρίου 2022, τις χαρακτήρισε παράνομες και ζήτησε περισσότερη υποστήριξη για την Ουκρανία από τη «διεθνή κοινότητα».
«Τα εικονικά δημοψηφίσματα δεν έχουν νομιμότητα και δεν αλλάζουν τη φύση του επιθετικού πολέμου της Ρωσίας κατά της Ουκρανίας», έγραψε ο Στόλτενμπεργκ στο Twitter, αποκαλώντας το «μια περαιτέρω κλιμάκωση στον πόλεμο του [Ρώσου Προέδρου] Βλαντιμίρ Πούτιν».
«Η διεθνής κοινότητα πρέπει να καταδικάσει αυτή την κατάφωρη παραβίαση του διεθνούς δικαίου και να ενισχύσει την υποστήριξη προς την Ουκρανία», πρόσθεσε ο Στόλτενμπεργκ.
Sham referendums have no legitimacy & do not change the nature of #Russia’s war of aggression against #Ukraine. This is a further escalation in Putin’s war. The international community must condemn this blatant violation of international law & step up support for Ukraine. pic.twitter.com/NdcN3tO6Sy
— Jens Stoltenberg (@jensstoltenberg) September 20, 2022
Η Λαϊκή Δημοκρατία του Λουγκάνσκ και του Ντονέτσκ (LPR και DPR) θα διεξαγάγουν ψηφοφορία για την ένωση με τη Ρωσία στις 23-27 Σεπτεμβρίου, δήλωσαν οι ηγέτες τους το πρωί της Τρίτης. Οι ρωσικές περιοχές των γειτονικών περιοχών Zaporozhye και Kherson θα ψηφίσουν επίσης από την Παρασκευή.
Ο σύμβουλος εθνικής ασφάλειας των ΗΠΑ, Τζέικ Σάλιβαν, απηύθυνε την καταδίκη του Στόλτενμπεργκ στη συνέντευξη Τύπου στον Λευκό Οίκο την Τρίτη, χαρακτηρίζοντας τα δημοψηφίσματα «προσβολή των αρχών της κυριαρχίας και της εδαφικής ακεραιότητας».
«Δεν θα αναγνωρίσουμε ποτέ αυτό το έδαφος ως οτιδήποτε άλλο εκτός από μέρος της Ουκρανίας», πρόσθεσε ο Σάλιβαν.
Αρκετές περιοχές της Ουκρανίας αρνήθηκαν να αναγνωρίσουν τη νομιμότητα της κυβέρνησης στο Κίεβο μετά το υποστηριζόμενο από τις ΗΠΑ πραξικόπημα κατά του εκλεγμένου προέδρου τον Φεβρουάριο του 2014. Η Κριμαία διεξήγαγε δημοψήφισμα για να επανενταχθεί στη Ρωσία τον Μάρτιο του ίδιου έτους –το οποίο το ΝΑΤΟ αρνήθηκε επίσης να αναγνωρίσει– ενώ το Ντόνετσκ και το Λουγκάνσκ κήρυξε την ανεξαρτησία.
Η Ρωσία έστειλε στρατεύματα στην Ουκρανία στις 24 Φεβρουαρίου, επικαλούμενη την αποτυχία του Κιέβου να εφαρμόσει τις συμφωνίες του Μινσκ, που αποσκοπούσαν να δώσουν στο Ντόνετσκ και στο Λουγκάνσκ ειδικό καθεστώς εντός του ουκρανικού κράτους. Τα πρωτόκολλα, με τη διαμεσολάβηση της Γερμανίας και της Γαλλίας, υπογράφηκαν για πρώτη φορά το 2014. Ο πρώην πρόεδρος της Ουκρανίας Πιότρ Ποροσένκο έχει από τότε παραδεχτεί ότι ο κύριος στόχος του Κιέβου ήταν να χρησιμοποιήσει την κατάπαυση του πυρός για να κερδίσει χρόνο και να «δημιουργήσει ισχυρές ένοπλες δυνάμεις».
Τον Φεβρουάριο του 2022, το Κρεμλίνο αναγνώρισε τις δημοκρατίες του Ντονμπάς ως ανεξάρτητα κράτη και απαίτησε από την Ουκρανία να δηλώσει επίσημα ότι είναι ουδέτερη χώρα που δεν θα ενταχθεί ποτέ σε κανένα δυτικό στρατιωτικό μπλοκ. Το Κίεβο επιμένει ότι η ρωσική επίθεση ήταν εντελώς απρόκλητη.